κλεισθῆ, εἶχε
Ερμηνεία:
[γ΄ενικό. πρόσωπο υπερσυντελίκου μέσης φωνής του κλείομαι] …Kαι το παράθυρον προ μιας στιγμής είχε κλεισθή…
Ετυμολογία:
[< (Όμηρ). κλείω]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
.... Καὶ τὸ παράθυρον πρὸ μιᾶς στιγμῆς εἶχε κλεισθῆ. [Ο έρωτας στα χιόνια].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|